Aνθρώπινα κατάλοιπα στα αρχαιολογικά μουσεία. Δεοντολογία και έκθεση en

Δημήτριος Αθανασούλης

Δρ Αρχαιολόγος
Διευθυντής Εφορείας Αρχαιοτήτων Κυκλάδων, ΥΠΠΟΑ

Ο Δημήτριος Αθανασούλης, δρ βυζαντινής αρχαιολογίας (Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιo Θεσσαλονίκης και Université Paris I – Panthéon-Sorbonne), είναι διευθυντής στην Εφορεία Αρχαιοτήτων Κυκλάδων, μέλος της επιστημονικής επιτροπής του Parco Archeologico di Pompeii, του Ευρωπαϊκού Κέντρου Βυζαντινών και Μεταβυζαντινών Μνημείων, της Χριστιανικής Αρχαιολογικής Εταιρείας, πρόεδρος και μέλος Επιστημονικών Επιτροπών και Συμβουλίων του Υπουργείου Πολιτισμού.
Έχει διατελέσει επιμελητής αρχαιοτήτων στην Ηλεία και έφορος βυζαντινών αρχαιοτήτων στην Αργολίδα, Αρκαδία και Κορινθία, πρόεδρος του Συλλόγου Ελλήνων Αρχαιολόγων, εμπειρογνώμων αρχαιολόγος του Συμβουλίου της Ευρώπης, μέλος επιστημονικών επιτροπών διεθνών συνεδρίων και εθνικός συντονιστής για το Ευρωπαϊκό Έτος Πολιτιστικής Κληρονομιάς 2018.
Έχει διευθύνει δεκάδες αρχαιολογικές έρευνες στην Πελοπόννησο και τις Κυκλάδες (Ακροκόρινθος, Γλαρέντζα, σλαβικά κοιμητήρια Αρκαδίας, Νάξος, Νησίδες Κυκλάδων κλπ.), έχει σχεδιάσει και διευθύνει δεκαπέντε μεγάλα αναστηλωτικά έργα σε βυζαντινούς ναούς (Αγία Μονή Ναυπλίου, Παναγία Στείρη κλπ.), σε κάστρα της Πελοποννήσου (Χλουμούτζι, Ακροκόρινθος, Ακροναυπλία, κάστρο Λάρισα Άργους, Αγιονόρι κ.λπ.), και σε σημαντικά μνημεία των Κυκλάδων (Επισκοπή Σικίνου, Δήλος κλπ.), νέα αρχαιολογικά μουσεία (Βυζαντινό Μουσείο Αργολίδας, Θεματικό Μουσείο Σταυροφόρων στο κάστρο Κυλλήνης, Αρχαιολογικό Μουσείο Κύθνου, Νησίδα Μουσείων Κάστρου Χώρας Νάξου), σημαντικές περιοδικές αρχαιολογικές εκθέσεις στην Ελλάδα και στο εξωτερικό, καθώς και ευρωπαϊκά προγράμματα ανάδειξης μνημείων, ψηφιακών εφαρμογών και έρευνας.
Έχει συμμετάσχει σε διεθνή επιστημονικά συνέδρια και έχει δημοσιεύσει πλήθος μελετών στα πεδία της βυζαντινής αρχιτεκτονικής και αρχαιολογίας καθώς και της πολιτισμικής διαχείρισης. Έχει διδάξει στο Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου και στο Εθνικό Κέντρο Δημόσιας Διοίκησης και Αυτοδιοίκησης. Υπότροφος της Βρετανικής Σχολής Αθηνών στην Οξφόρδη και του Γερμανικού Αρχαιολογικού Ινστιτούτου, στο Βερολίνο.

Μετάβαση στο περιεχόμενο